Σημείωμα Επικαιρότητας: Πτώση του Καθεστώτος Αλ-Άσαντ στη Συρία

Πτώση του Καθεστώτος Αλ-Άσαντ στη Συρία και Γεωπολιτικές Ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή.

Στις 8 Δεκεμβρίου 2024 δυνάμεις ανταρτών εισήλθαν στη Δαμασκό, κηρύσσοντάς την «ελεύθερη» από το καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ, ο οποίος διέφυγε στη Μόσχα. Η είδηση αυτή σηματοδοτεί αφενός το τέλος ενός αυταρχικού καθεστώτος, το οποίο διοίκησε τη Συρία για πάνω από πέντε δεκαετίες, και αφετέρου, τον τερματισμό ενός αιματηρού εμφυλίου που διήρκησε 13 χρόνια. 

Syrians raise a giant flag as they celebrate the fall of the Assad regime in the central Umayyad Square in Damascus, Syria, on December 13.

Πηγή: Omar Haj Kadour/Getty Images, 2024.

Η κατάληψη της εξουσίας από τους αντικαθεστωτικούς και οι ενέργειες των περιφερειακών δυνάμεων. 

Στις 27 Νοεμβρίου, οι αντάρτες με ορμητήριό τους το Ιντλίμπ στη βορειοδυτική Συρία, ξεκίνησαν μια εκστρατεία αποβλέποντας στην ταχύτατη κατάληψη πόλεων στρατηγικής σημασίας. Αρχικά κατέλαβαν το Χαλέπι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, ενώ αργότερα προχώρησαν προς τη Χάμα και τη Χομς. Παράλληλα, εξεγέρσεις ξέσπασαν στα νότια (Σουέιντα, Νταράα) και ανατολικά (Ντέιρ αλ-Ζορ) της χώρας. 

Χρειάστηκαν μόλις 12 μέρες για την ανατροπή του Αλ-Άσαντ. Αν και η επίθεση χαρακτηρίστηκε ως «αιφνιδιαστική», αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι αντάρτες είχαν ξεκινήσει τις προετοιμασίες ήδη από τα μέσα Οκτωβρίου. Φαίνεται, επίσης, ότι είχαν γνωστοποιήσει στην Τουρκία τα σχέδιά τους έξι μήνες νωρίτερα, η οποία φάνηκε να δίνει τη σιωπηρή συναίνεσή της. 

Η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας για την εξαπόλυση της επίθεσης δεν φαίνεται να ήταν τυχαία. Η Ρωσία ήταν προσηλωμένη στον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ ο πόλεμος με το Ισραήλ είχε εξασθενήσει σημαντικά την Τεχεράνη και τη Χεζμπολάχ, καθιστώντας τες αδύναμες να προστατέψουν τον Αλ-Άσαντ. Επιπλέον, οι συνομιλίες μεταξύ Άγκυρας και Δαμασκού δεν έδειχναν να αποφέρουν καρπούς. Οι αντικαθεστωτικοί καθώς και οι προστάτιδες δυνάμεις τους, φαίνεται ότι είδαν στο σύνολο αυτών των εξελίξεων να ανοίγεται ένα παράθυρο ευκαιρίας, το οποίο και έσπευσαν να αξιοποιήσουν. 

Πηγή: Aref Tammawi, AFP, Getty, 8 Δεκεμβρίου 2024.

Το καθεστώς ανετράπη σχεδόν δίχως αντίσταση. Η  έλλειψη επαρκούς υποστήριξης από μέρους της Ρωσίας και του Ιράν μπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή την εξέλιξη. Οι δυο δυνάμεις, που λίγο μετά το ξέσπασμα του εμφυλίου το 2011 παρείχαν πολιτική, οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη προς το καθεστώς του Αλ-Άσαντ, φαίνεται ότι προτίμησαν να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από την Συρία παρά να δεσμεύσουν περαιτέρω πόρους για να διασφαλίσουν την παραμονή του στην εξουσία. Η αυξανόμενη τάση για αυτονόμηση και αδιαλλαξία που επεδείκνυε ο Αλ-Άσαντ κατά το τελευταίο διάστημα είχε δυσαρεστήσει τις δυο δυνάμεις. Πλέον, η συντήρηση του αυταρχικού ηγέτη στην εξουσία έμοιαζε να συνεπάγεται μεγαλύτερα κόστη παρά οφέλη για αμφότερες. 

Η Χάγιατ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), η οποία αποτελεί εξτρεμιστική ισλαμιστική οργάνωση και πρώην βραχίονα της Αλ Κάιντα στη Συρία, ηγήθηκε του συνασπισμού ανταρτών. Ο ηγέτης της HTS, Αλ Γκολάνι, είχε απομακρυνθεί από την Αλ Κάιντα το 2016, θέλοντας να υιοθετήσει μια  προσέγγιση πιο «μετριοπαθή» και προσαρμοσμένη  στη συριακή πραγματικότητα. Σημειώνεται ότι σημαντικό ρόλο στην επίθεση διαδραμάτισε και ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός (FSA/SNA). 

https://www.understandingwar.org/sites/default/files/SyriaCoTDecember14%2C2024.png
Χάρτης που απεικονίζει τον έλεγχο των εδαφών της Συρίας.

Πηγή: Institute for the Study of War, 2024. 

Μεταβολή των συσχετισμών ισχύος στην περιοχή

Η πτώση του καθεστώτος δεν αποτελεί μονάχα ένα κομβικό σημείο στην ιστορία της Συρίας, αλλά ταυτόχρονα επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη Μέση Ανατολή, μεταβάλλοντας τους συσχετισμούς ισχύος μεταξύ των κυριότερων δρώντων στην περιοχή. 

Η ανατροπή του Αλ-Άσαντ είναι μια ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη για το Ιράν καθώς αυτό δεν έχασε μονάχα έναν ιστορικό σύμμαχο αλλά και ένα σημαντικό μέλος του «άξονα αντίστασής» του, ο οποίος  είχε ήδη υποστεί σημαντικά πλήγματα από το Ισραήλ μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Γάζα το προηγούμενο έτος.

Επί Αλ-Άσαντ, η Συρία προσέφερε υπηρεσίες «χερσαίου διαδρόμου» για τον ανεφοδιασμό της Χεζμπολάχ και άλλων συμμάχων, επιτρέποντας στο Ιράν να ασκεί πίεση στο Ισραήλ. Με τις νέες εξελίξεις αναμένεται η επιρροή του Ιράν επί του πολέμου στη Γάζα να μειωθεί σημαντικά, ωθώντας το να επικεντρωθεί στο πυρηνικό του πρόγραμμα. Επιπλέον, η αλλαγή καθεστώτος στη Συρία καθιστά όλο και πιο πιθανή μια αλλαγή στην ισορροπία ισχύος στην εσωτερική πολιτική σκηνή του Λιβάνου, σε βάρος της Χεζμπολάχ. 

Η Ρωσία επίσης αποδυναμώθηκε από την ανατροπή του στενότερου συμμάχου της στη Μέση Ανατολή. Η πτώση του Αλ-Άσαντ ζημιώνει το κύρος και μειώνει την  επιρροή της στην Ανατολική Μεσόγειο και την Βόρεια Αφρική. Επίσης, δημιουργεί ανησυχίες για το κατά πόσον θα μπορέσει να διατηρήσει τις στρατιωτικές της βάσεις (Ταρτούς και Χμεϊμίμ) στην χώρα. Πάντως, προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο, η Μόσχα φαίνεται ότι έχει ήδη αρχίσει να μεταφέρει τα οπλικά της συστήματα στη Λιβύη. 

Εκ πρώτης όψεως,  η Τουρκία και δευτερευόντως το Ισραήλ φαίνεται να ευνοήθηκαν ιδιαίτερα από τις εξελίξεις στη Συρία. 

Όσον αφορά την Τουρκία, η κυβέρνηση Έρντογαν αποκομίζει μεγάλα οφέλη από την πτώση του καθεστώτος, τόσο στην εσωτερική πολιτική σκηνή όσο και σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής.

Ως προς την εσωτερική πολιτική σκηνή, η πτώση του Αλ-Άσαντ φαίνεται να δικαιώνει την πολιτική  που ακολούθησε η κυβέρνηση  Έρντογαν στη Συρία. Με την έναρξη του εμφυλίου, ο Έρντογαν είχε σπεύσει να υποστηρίξει αντικαθεστωτικές δυνάμεις κατά του Αλ-Άσαντ, μια επιλογή για την οποία δέχτηκε κριτική από την αντιπολίτευση, η οποία προέβαλε την αναγκαιότητα εξομάλυνσης σχέσεων με τον Αλ-Άσαντ. 

Ως το 2020, ο Αλ-Άσαντ είχε ανακτήσει τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της Συρίας με εξαίρεση ορισμένες περιοχές όπως το Ιντλίμπ. Η σταθεροποίηση που φάνηκε να είχε επιτύχει, ώθησε αρκετά μουσουλμανικά κράτη να επιδιώξουν την εξομάλυνση των σχέσεών τους με το καθεστώς, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας. Παράλληλα, ωστόσο, ο Έρντογαν συνέχισε να διατηρεί στενές σχέσεις με ομάδες τζιχαντιστών και τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό (SNA), τον οποίο και είχε συγκροτήσει ήδη από την αρχή του εμφυλίου. 

Μια πρόκληση που ανακύπτει για την κυβέρνηση Έρντογαν είναι αυτή του επαναπατρισμού των Σύρων προσφύγων. Υπενθυμίζεται ότι μετά το ξέσπασμα του εμφυλίου, πάνω από 3 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες κατέφυγαν στην Τουρκία, γεγονός που  πυροδότησε τον τουρκικό εθνικισμό και τα ξενοφοβικά αισθήματα στο εσωτερικό της χώρας. Η κυβέρνηση καλείται  τώρα να  διαχειριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ροές αυτές και να ενθαρρύνει τη σταδιακή τους αποχώρηση, όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες.  

 Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, ο Έρντογαν δεν άργησε να αξιοποιήσει την αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας στη Συρία για να βελτιώσει τις σχέσεις του με τη Δύση. Δύο μόλις μέρες μετά την κατάρρευση του καθεστώτος, ο Έρντογαν ήρθε σε επικοινωνία με εξέχουσες προσωπικότητες της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής   (Meloni, Scholz, Rutte και Von Der Leyen) ενώ στις 12 Δεκεμβρίου 2024 συναντήθηκε, επίσης, με τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Μπλίνκεν.

Επιπλέον, με την πτώση του Αλ-Άσαντ αναδύεται μια εξαιρετική ευκαιρία για την Τουρκία να περιορίσει τις αυτονομιστικές φιλοδοξίες των Κούρδων στη βορειοανατολική Συρία.   Πιο συγκεκριμένα, κύριος στόχος της Άγκυρας είναι η αντιμετώπιση κούρδων μαχητών της Συρίας (SDF/YPG), δυνάμεις τις οποίες αντιλαμβάνεται ως «τρομοκρατικές» και  ως προέκταση του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK).

2024-12-13-syria-turkey.jpg (1600×800)

Πηγή: Yasin Akgul/Getty Images, 2024. 

Αυξημένο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι στη συνάντηση Μπλίνκεν-Έρντογαν, ο τελευταίος γνωστοποίησε την πρόθεσή του να λάβει προληπτικά μέτρα κατά τρομοκρατικών οργανώσεων στη Συρία, αναφερόμενος τόσο στο «Ισλαμικό Κράτος» όσο και  στις  προαναφερθείσες δυνάμεις κούρδων μαχητών, οι οποίες μάλιστα υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ.

Η επίσημη ίδρυση μιας αυτόνομης κουρδικής περιοχής στη Βόρεια Συρία,  είναι ένα ενδεχόμενο που προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία στη Τουρκία, καθώς μια τέτοια εξέλιξη θα λειτουργούσε ως προηγούμενο, ενθαρρύνοντας τους Κούρδους που κατοικούν εντός της τουρκικής επικράτειας να επιδιώξουν κάτι ανάλογο, απειλώντας την εδαφική της ακεραιότητα.

Ο ρόλος που διαδραμάτισε η Τουρκία στη Συρία, αν ιδωθεί συνδυαστικά με την πρόσφατη διαμεσολάβησή της μεταξύ Σομαλίας και Αιθιοπίας, αποδεικνύει την αυξανόμενη επιρροή της τόσο στη Μέση Ανατολή, όσο και στη Βόρεια Αφρική. 

Όσον αφορά το Ισραήλ, αυτό  χαιρέτησε με ενθουσιασμό την πτώση του Αλ-Άσαντ, καθώς αυτή ισοδυναμεί με ακόμη ένα δυνατό χτύπημα κατά του Ιράν. Εντούτοις, η ισραηλινή κυβέρνηση έχει αρκετούς λόγους για να παραμείνει σε επαγρύπνηση, καθώς θα κληθεί να αντιμετωπίσει ένα πιθανότατα πιο αλληλέγγυο προς τους παλαιστίνιους συριακό καθεστώς και αφετέρου την ίδια την Τουρκία, η οποία πλέον φαίνεται να καθίσταται η χώρα με τη μεγαλύτερη επιρροή στη Συρία.

Πηγή: Louai Beshara, AFP, Getty Images, 8 Δεκεμβρίου 2024.

Τις εξελίξεις στη Συρία παρακολούθησαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και οι ΗΠΑ. Μετά την είσοδο των ανταρτών στη Δαμασκό, ο αμερικανός Πρόεδρος, Μπάιντεν, προέβη σε δηλώσεις, χαρακτηρίζοντας την κατάρρευση του καθεστώτος  ως μια «ιστορική ευκαιρία» αλλά και ως μια στιγμή μεγάλης αβεβαιότητας. Αναφέρθηκε στη δέσμευση των ΗΠΑ να αποτρέψουν το «Ισλαμικό Κράτος» (Ι.Κ.) από το να εκμεταλλευτεί το κενό ισχύος που είχε προκύψει, δηλώνοντας ότι έχουν ήδη  πραγματοποιήσει δεκάδες αεροπορικές επιδρομές στη Συρία εναντίον της τρομοκρατικής οργάνωσης. Λίγο αργότερα, στις 19 Δεκεμβρίου, οι δυνάμεις της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ (Centcom) πραγματοποίησαν αεροπορική επιδρομή σκοτώνοντας δύο στελέχη του Ι.Κ., μεταξύ των οποίων ο ηγέτης του, Αμπού Γιουσίφ. Την επομένη, πραγματοποιήθηκε η πρώτη επίσημη συνάντηση μεταξύ Αλ-Γκολάνι και Αμερικανών διπλωματών. Η επιτυχής της έκβαση ενθάρρυνε την Ουάσινγκτον να άρει την επικήρυξη ύψους 10 εκατ. δολαρίων που είχε εκδώσει σε βάρος του ηγέτη της HTS.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι η ενεργητική εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν, έχει ήδη πετύχει κάποιους από τους στόχους που η ίδια έθεσε, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στη διαμόρφωση των δεδομένων στη μετα-Αλ-Άσαντ εποχή με καθοριστικό τρόπο. Εντούτοις, ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος Τραμπ, η ορκωμοσία του οποίου θα πραγματοποιηθεί στις 20 Ιανουαρίου 2025, τάσσεται υπέρ μιας πολιτικής μη παρέμβασης στη Συρία και είναι αρκετά πιθανό, με την έναρξη της θητείας του, να επιδιώξει την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία. 

Πηγή: Omar Haj Kadour, Getty Images, 8 Δεκεμβρίου 2024.

Η μετά-Αλ-Άσαντ εποχή  

Η μορφή που αναμένεται να λάβει το νέο πολιτικό καθεστώς στη Συρία παραμένει αβέβαιη. Προς το παρόν, οι αντάρτες ανακοίνωσαν το σχηματισμό μιας μεταβατικής κυβέρνησης υπό τον τεχνοκράτη Αλ-Μπασίρ που θα διαρκέσει ως τον Μάρτιο του 2025.

Η διακυβέρνηση του Ιντλίμπ από τον Αλ-Μπασίρ, από το 2017 έως την πτώση της κυβέρνησης Αλ-Άσαντ, μπορεί να παρέχει κάποιες ενδείξεις για το πώς θα κυβερνήσει το σύνολο της χώρας, ένα εγχείρημα, ωστόσο, αρκετά διαφορετικό. Η διακυβέρνηση του Ιντλίμπ  από τον Αλ-Μπασίρ δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως δημοκρατική ή φιλελεύθερη. Η περιοχή διοικούνταν, βάσει προεδρικών διαταγμάτων, ελλείψει ενός συντάγματος και ενός εκλεγμένου νομοθετικού σώματος. Σύμφωνα με έκθεση των Ηνωμένων Εθνών του 2022, οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών και οι αυθαίρετες συλλήψεις  δεν έλειπαν. Ωστόσο, πηγές αναφέρουν ότι ο Αλ-Γκολάνι σταδιακά χαλάρωσε την εφαρμογή του ισλαμικού νόμου, εγκατέλειψε τζιχαντιστικές πρακτικές και υποστήριξε μια κυβέρνηση με τεχνοκρατικά χαρακτηριστικά. 

Επιστρέφοντας στο σήμερα, παρά τις εγγυήσεις που παρείχε ο Αλ-Γκολάνι σχετικά με την προστασία των μειονοτήτων, η αβεβαιότητα παραμένει. Ανησυχίες εγείρονται, επίσης, όσον αφορά τον βαθμό αυστηρότητας με τον οποίο θα επιβληθεί ο θρησκευτικός νόμος στη χώρα.  Οι ανησυχίες αυτές εντείνονται περαιτέρω αν ληφθούν υπόψη οι ομοιότητες που παρουσιάζει η τωρινή κατάσταση στη Συρία με αυτή του Αφγανιστάν τρία χρόνια πριν.  Στις 15 Αυγούστου 2021, όταν οι Ταλιμπάν ανήλθαν στην εξουσία, δεσμεύτηκαν να υιοθετήσουν πιο «μετριοπαθείς» πολιτικές. Αντ’ αυτού, εφήρμοσαν μια ακραία  εκδοχή του νόμου της Σαρία. Ο Μπλίνκεν σε πρόσφατη ομιλία του αναφέρθηκε στους Ταλιμπάν, παρουσιάζοντάς τους ως ένα  παράδειγμα προς αποφυγή για τη Χάγιατ Ταχρίρ αλ Σαμ. 

Πάντως, παρά τη γενικευμένη αβεβαιότητα που επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας, αυτό που μπορεί να ειπωθεί με κάποιο βαθμό βεβαιότητας είναι ότι μετά από πέντε δεκαετίες δικτατορικής διακυβέρνησης, η μετάβαση της Συρίας προς τη δημοκρατία θα είναι μια δύσκολη και πολυετής διαδικασία.

Τα νέα δεδομένα στη Συρία αναμφίβολα επιφέρουν σημαντικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή. Η αποτελεσματικότητα άλλοτε επιτυχημένων στρατηγικών περιφερειακών δυνάμεων όπως του Ιράν και της Ρωσίας τώρα τίθεται υπό αμφισβήτηση. Την ίδια στιγμή, ο ρόλος της Τουρκίας και του Ισραήλ αναβαθμίζεται σημαντικά, εντείνοντας τον μεταξύ τους ανταγωνισμό.

Βεατρίκη Μέρτζιου 

Μεταπτυχιακή φοιτήτρια. Απόφοιτη του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

Μέλος της Ομάδας Έρευνας Τουρκίας του Εργαστηρίου Τουρκικών και Ευρασιατικών Μελετών. 

Ενδεικτικές Πηγές

Bateman, T., “US scraps $10m bounty for arrest of Syria’s new leader Sharaa”, BBC, 21 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο:https://www.bbc.com/news/articles/c07gv3j818ko

Daily Sabah with Agencies,  “Türkiye launches diplomatic blitz for future of Syria after Assad”, Daily Sabah, 15 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://www.dailysabah.com/politics/diplomacy/turkiye-launches-diplomatic-blitz-for-future-of-syria-after-assad

Dalay, G., “Turkey has emerged as a winner in Syria but must now use its influence to help build peace”, Chatham House, 13 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://www.chathamhouse.org/2024/12/turkey-has-emerged-winner-syria-must-now-use-its-influence-help-build-peace

Grajewski, N., “Why Did Iran Allow Bashar al-Assad’s Downfall?”, Malcolm H. Kerr Carnegie Middle East Center, 9 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://carnegieendowment.org/middle-east/diwan/2024/12/why-did-iran-allow-assads-downfall?lang=en

Nasr, V.,  “In Post-Assad Middle East, Iran’s Loss Is Turkey’s Gain”, Foreign Policy, 10 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://foreignpolicy.com/2024/12/10/syria-assad-turkey-erdogan-iran-geopolitics-middle-east-rivalry/

Salem, M., “Can Syria’s Islamist rebels govern the country? Their rule in Idlib offers clues”, CNN World, 13 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://edition.cnn.com/2024/12/13/middleeast/can-islamist-rebels-govern-syria-intl/index.html

Tharoor, I., “After Assad’s demise, Turkey is emerging a winner in Syria”, The Washington Post, 13 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://www.washingtonpost.com/world/2024/12/13/turkey-erdogan-syria-russia-iran/

United Nations, “Report of the Independent International Commission of Inquiry on the Syrian Arab Republic”, United Nations, 8 Φεβρουαρίου 2022. Αναγνώστηκε στο: https://documents.un.org/doc/undoc/gen/g22/251/52/pdf/g2225152.pdf?OpenElement

Vakil, S., “The fall of Assad has exposed the extent of the damage to Iran’s axis of resistance”, Chatham House, 13 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://www.chathamhouse.org/2024/12/fall-assad-has-exposed-extent-damage-irans-axis-resistance

Vasilyeva, N., “Its Syrian Bases in Doubt, Russia Sends Cargo Flights to Libya”, The New York Times, 19 Δεκεμβρίου 2024. Αναγνώστηκε στο: https://www.nytimes.com/2024/12/19/world/middleeast/russia-flights-libya-syria.html